Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 21 – Οι Επιδράσεις των Μεταβολών των Τιμών Συναλλάγματος

Σε έναν παγκοσμιοποιημένο επιχειρηματικό περιβάλλον, η διαχείριση συναλλαγών και οικονομικών καταστάσεων σε διαφορετικά νομίσματα αποτελεί κρίσιμη πρόκληση για τις επιχειρήσεις. Το ΔΛΠ 21 παρέχει τις κατευθυντήριες γραμμές για τη μετατροπή ξένων νομισμάτων, εξασφαλίζοντας τη διαφάνεια και την ακρίβεια στις οικονομικές αναφορές.

Το άρθρο αναλύει τη διάκριση μεταξύ νομίσματος λειτουργίας και νομίσματος παρουσίασης, τη διαδικασία αρχικής αναγνώρισης συναλλαγών σε ξένο νόμισμα, καθώς και την αναγνώριση και καταγραφή των συναλλαγματικών διαφορών. Παράλληλα, εξετάζονται οι μέθοδοι μετατροπής των οικονομικών καταστάσεων, η αλλαγή νομίσματος λειτουργίας και η ενοποίηση χρηματοοικονομικών δεδομένων μεταξύ διαφορετικών χωρών.

Σκοπός

Ο στόχος του Προτύπου είναι να ορίσει:

  • τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συμπεριλαμβάνονται οι συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και οι εκμεταλλεύσεις στο εξωτερικό στις οικονομικές καταστάσεις μιας οικονομικής οντότητας
  • τον τρόπο με τον οποίο μετατρέπονται οι οικονομικές καταστάσεις σε νόμισμα παρουσίασης.

Ορισμοί

Νόμισμα λειτουργίας είναι το νόμισμα του κύριου οικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιείται η οικονομική οντότητα.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, κύριο οικονομικό περιβάλλον θα είναι η χώρα όπου δραστηριοποιείται μια οντότητα, όμως μπορεί η κύρια δραστηριότητά της να είναι σε άλλη χώρα με διαφορετικό νόμισμα.

Μερικές φορές, οι τιμές πώλησης, το κόστος εργασίας και υλικών και άλλα είδη μπορεί να εκφράζονται σε διάφορα νομίσματα και επομένως, το λειτουργικό νόμισμα δεν είναι προφανές.

Νόμισμα παρουσίασης είναι το νόμισμα που χρησιμοποιείται στις οικονομικές καταστάσεις.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα νομίσματα λειτουργίας και παρουσίασης είναι τα ίδια.

Ωστόσο, μια οικονομική οντότητα μπορεί να αποφασίσει να παρουσιάσει τις οικονομικές της καταστάσεις σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα λειτουργίας της – για παράδειγμα, στην περίπτωση ενοποίησης με τη μητρική της σε μια ξένη χώρα.

Μια οντότητα μπορεί στην πραγματικότητα να επιλέξει το νόμισμα παρουσίασής της, αλλά δεν μπορεί να επιλέξει το νόμισμα λειτουργίας της.

Αρχική αναγνώριση συναλλαγών στο νόμισμα λειτουργίας

Η αρχική αναγνώριση στο νόμισμα λειτουργίας, μιας συναλλαγής σε ξένο νόμισμα, γίνεται με την εφαρμογή, στο ποσό του ξένου νομίσματος, της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας μεταξύ του νομίσματος λειτουργίας και του ξένου νομίσματος κατά την ημερομηνία της συναλλαγής.

Συχνά δύναται να χρησιμοποιείται ένας μέσος όρος συναλλαγματικής ισοτιμίας, π.χ. εβδομάδας ή μηνός για όλες τις συναλλαγές σε κάθε ξένο νόμισμα. Όμως, αν οι συναλλαγματικές ισοτιμίες διακυμαίνονται σημαντικά, η χρήση του μέσου όρου μιας περιόδου δεν είναι κατάλληλη.

Παρουσίαση στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς

Τα χρηματικά στοιχεία σε ξένο νόμισμα, μετατρέπονται με την ισοτιμία κλεισίματος.

Χρηματικά στοιχεία είναι οι εμπορικές απαιτήσεις – υποχρεώσεις, τα ταμειακά διαθέσιμα, οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις – υποχρεώσεις, τα δάνεια, τα δεδουλευμένα έξοδα κ.α.

Τα μη χρηματικά στοιχεία, που επιμετρώνται βάσει του ιστορικού κόστους σε ξένο νόμισμα, μετατρέπονται με τη συναλλαγματική ισοτιμία της ημερομηνίας της συναλλαγής.

Τα μη χρηματικά στοιχεία που επιμετρούνται στην εύλογη αξία σε ξένο νόμισμα μετατρέπονται βάσει των συναλλαγματικών ισοτιμιών που υπήρχαν κατά την ημερομηνία επιμέτρησης της εύλογης αξίας.

Μη χρηματικά στοιχεία είναι τα πάγια περιουσιακά στοιχεία, οι επενδύσεις σε συνδεδεμένες, τα αποθέματα, το μετοχικό κεφάλαιο, τα αναβαλλόμενα έσοδα κ.α.

Αναγνώριση συναλλαγματικών διαφορών

Όλες οι συναλλαγματικές διαφορές θα αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα, με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:

Όταν κέρδος ή ζημία σε μη χρηματικό στοιχείο αναγνωρίζεται στα λοιπά συνολικά έσοδα, κάθε συναλλαγματικό στοιχείο του κέρδος ή της ζημίας αναγνωρίζεται επίσης στα λοιπά συνολικά έσοδα.

Το κέρδος ή η ζημία από τη συναλλαγματική ισοτιμία σε ένα νομισματικό στοιχείο που αποτελεί μέρος της καθαρής επένδυσης της αναφέρουσας οντότητας σε εκμετάλλευση στο εξωτερικό αναγνωρίζεται:

Στις ατομικές οικονομικές καταστάσεις της οντότητας ή της εκμετάλλευσης στο εξωτερικό, στα αποτελέσματα.

Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, τέτοιες συναλλαγματικές διαφορές αναγνωρίζονται αρχικά στα λοιπά συνολικά έσοδα και ανακατατάσσονται από τα ίδια κεφάλαια στα αποτελέσματακατά τη διάθεση της καθαρής επένδυσης.

Αλλαγή στο λειτουργικό νόμισμα

Όταν υπάρχει μεταβολή στο λειτουργικό νόμισμα, τότε η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις διαδικασίες μετατροπής που σχετίζονται με το νέο λειτουργικό νόμισμα μελλοντικά από την ημερομηνία της μεταβολής.

Μετατροπή των οικονομικών καταστάσεων στο νόμισμα παρουσίασης

Τα αποτελέσματα και η οικονομική θέση της οικονομικής οντότητας της οποίας το νόμισμα λειτουργίας δεν είναι το νόμισμα υπερπληθωριστικής οικονομίας μετατρέπονται σε διαφορετικό νόμισμα παρουσίασης σύμφωνα με τις ακόλουθες διαδικασίες:

Τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις για κάθε ισολογισμό που παρουσιάζεται (συμπεριλαμβανομένων των συγκρίσιμων κονδυλίων), μετατρέπονται  με τις ισοτιμίες κλεισίματος της περιόδου αναφοράς.
Τα έσοδα και έξοδα για κάθε κατάσταση αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων (συμπεριλαμβανομένων των συγκρίσιμων κονδυλίων), μετατρέπονται με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που ίσχυαν κατά την ημερομηνία των συναλλαγών ή μια μέση ισοτιμία περιόδου.

Για τα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων το παρόν Πρότυπο δεν προσδιορίζει σε ποια συναλλαγματική ισοτιμία γίνεται η μετατροπή. Συνήθως γίνεται με την ισοτιμία κλεισίματος της περιόδου αναφοράς, μπορεί όμως να γίνει και με τη μέση ισοτιμία περιόδου.

Το σωρευμένο ποσό των συναλλαγματικών διαφορών, που προκύπτει από την μετατροπή των οικονομικών καταστάσεων, παρουσιάζεται σε διακεκριμένο στοιχείο των ιδίων κεφαλαίων (Currency Translation Differences), μέσω των λοιπών συνολικών εσόδων, μέχρι τη διάθεση της εκμετάλλευσης στο εξωτερικό.

Related Posts